Ο κοκκύτης είναι
οξεία μικροβιακή λοίμωξη του αναπνευστικού συστήματος, οφείλεται στον αιμόφιλο
του κοκκύτη (Bordetella pertussis) που είναι αρνητικό κατά Gram βακτηρίδιο.
Κλινική εικόνα συμβατή με κοκκύτη, π.χ. βήχας διάρκειας τουλάχιστον δύο εβδομάδων που συνδυάζεται με τουλάχιστον ένα από τα εξής:
Κλινική εικόνα συμβατή με κοκκύτη, π.χ. βήχας διάρκειας τουλάχιστον δύο εβδομάδων που συνδυάζεται με τουλάχιστον ένα από τα εξής:
παροξυσμικό βήχα,
οξύ εισπνευστικό σιγμό («κοκοράκι»)
οξύ εισπνευστικό σιγμό («κοκοράκι»)
ή
έμετο που ακολουθεί το βήχα, χωρίς άλλη προφανή αιτία.
Διακρίνονται 3
στάδια της νόσου:
- Το πρόδρομο ή καταρροϊκό που διαρκεί 1-2 εβδομάδες κατά τις οποίες ο ασθενής έχει καταρροϊκά φαινόμενα και άτυπο ερεθιστικό ξηρό βήχα αρχικά νυκτερινό.
- Το παροξυσμικό που διαρκεί 1-6 εβδομάδες και ο βήχας γίνεται προοδευτικά εντονότερος, επέρχεται κατά παροξυσμούς και παίρνει σπασμωδικό (κοκκυτικό) χαρακτήρα. Οι παροξυσμοί του βήχα φθάνουν κατά μέσο όρο τους 15 το 24ωρο. Χαρακτηριστικά μετά από βαθιά εισπνοή επέρχονται κατά την ίδια εκπνοή πολλές βηχικές ώσεις, τις οποίες ακολουθεί βαθιά, ηχηρή, συριγμώδης εισπνοή (εισπνευστικός συριγμός). Ο παροξυσμός περιλαμβάνει επεισόδια βήχα που διαδέχονται το ένα το άλλο με αυξανόμενη ένταση που συχνά τελειώνουν με εμετό. Στην αιχμή των παροξυσμών του βήχα προκαλείται άπνοια που οδηγεί σε κυάνωση η οποία παρέρχεται μετά από εισπνευστικό συριγμό.
- Το στάδιο της αποδρομής που διαρκεί 2-3 εβδομάδες και οι παροξυσμοί γίνονται ηπιότεροι και αραιότεροι και τελικά σταματούν. Ο πυρετός κατά τη διάρκεια της νόσου όταν υπάρχει είναι συνήθως ήπιος.
Είναι συχνότερες
στα βρέφη και εξασθενημένα παιδιά και αφορούν κυρίως το αναπνευστικό και το
ΚΝΣ. Η συχνότερη επιπλοκή είναι η δευτεροπαθής πνευμονία η οποία αποτελεί και
τη συχνότερη αιτία θανάτου.
Η κοκκυτική εγκεφαλοπάθεια είναι βαρύτατη επιπλοκή προσβάλλει κυρίως βρέφη και κλινικά προβάλει με σπασμούς, αταξία, εστιακά νευρολογικά συμπτώματα και κώμα. Συμβαίνει σε ποσοστό 0,1% των βρεφών <6 μηνών στις ΗΠΑ (1).
Άλλες λιγότερο σοβαρές επιπλοκές του κοκκύτη περιλαμβάνουν
Η κοκκυτική εγκεφαλοπάθεια είναι βαρύτατη επιπλοκή προσβάλλει κυρίως βρέφη και κλινικά προβάλει με σπασμούς, αταξία, εστιακά νευρολογικά συμπτώματα και κώμα. Συμβαίνει σε ποσοστό 0,1% των βρεφών <6 μηνών στις ΗΠΑ (1).
Άλλες λιγότερο σοβαρές επιπλοκές του κοκκύτη περιλαμβάνουν
- μέση ωτίτιδα,
- ανορεξία
- αφυδάτωση
- Λόγω της αυξημένης πίεσης
- κήλες,
- ρινικές επιστάξεις,
- πρόπτωση του ορθούι
- πνευμοθώρακας.
Η θνητότητα στις
ΗΠΑ ανέρχεται σε 0,2% (90% των θανάτων αφορούσαν βρέφη ηλικίας <6 μηνών που
δεν είχαν ολοκληρώσει τη βασική σειρά εμβολιασμού).
Παθογένεια
* Ο αιμόφιλος
του κοκκύτη δεν προκαλεί μικροβιαιμία. Η παθογένεια της νόσου οφείλεται στις
τοξίνες. Η κοκκυτική τοξίνη ευθύνεται για πολλές από τις συστηματικές
εκδηλώσεις της νόσου. Ειδικότερα, αυξάνει την παραγωγή λεμφοκυττάρων, διεγείρει
τα β κύτταρα του παγκρέατος που εκκρίνουν ινσουλίνη και αυξάνει την κυτταρική
ευαισθησία στην ισταμίνη.
Τρόπος μετάδοσης
Η μετάδοση
γίνεται μόνο απο άνθρωπο σε άνθρωπο αερογενώς με σταγονίδια ή με άμεση επαφή με εκκρίσεις από το
αναπνευστικό σύστημα νοσούντων ατόμων.
Σε εμβολιασμένους πληθυσμούς, τα βακτήρια συχνά μεταφέρονται στο σπίτι από ένα μεγαλύτερο σε ηλικία αδερφάκι ή μερικές φορές από έναν ενήλικα.
Σε εμβολιασμένους πληθυσμούς, τα βακτήρια συχνά μεταφέρονται στο σπίτι από ένα μεγαλύτερο σε ηλικία αδερφάκι ή μερικές φορές από έναν ενήλικα.
Χρόνος επώασης
Ο χρόνος επώασης
του κοκκύτη κυμαίνεται συνήθως από 7 έως 10 ημέρες, με εύρος 4-21 ημέρες (και
σπανίως έως 42 ημέρες).
Περίοδος
μεταδοτικότητας
Ο κοκκύτης έχει
υψηλή μεταδοτικότητα με ποσοστό δευτερογενούς προσβολής 80% μεταξύ επίνοσων
ατόμων (π.χ. ατόμων που δεν έχουν ανοσοποιηθεί). Οι πάσχοντες από κοκκύτη είναι
περισσότερο μεταδοτικοί κατά τη διάρκεια του καταρροϊκού σταδίου καθώς και τις
δυο πρώτες εβδομάδες από την έναρξη του βήχα (περίπου 21 ημέρες) . Μετά σταδιακά η μεταδοτικότητα
μειώνεται και γίνεται ασήμαντη σε 3 εβδομάδες περίπου παρά την επιμονή
παροξυσμικού βήχα με συριγμό. Εάν γίνει έναρξη αγωγής με αντιβιοτικά (πχ μακρολίδες )οι ασθενείς
παύουν να είναι μεταδοτικοί 5 ημέρες μετά την έναρξη της θεραπευτικής αγωγής.
Διάγνωση
Η διάγνωση του
κοκκύτη στηρίζεται συνήθως στο χαρακτηριστικό ιστορικό, την κλινική εικόνα και
τη χαρακτηριστική λευκοκυττάρωση με υπεροχή των λεμφοκυττάρων. Ωστόσο σε άτυπες
περιπτώσεις καθώς και σε αυτές που η κλινική εικόνα διαφοροποιείται λόγω
εμβολιασμού ο εργαστηριακός έλεγχος είναι ιδιαίτερα χρήσιμος.
ΠΡΟΛΗΨΗ -ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΠΟ ΚΟΚΚΥΤΗ
ΠΡΟΛΗΨΗ -ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΠΟ ΚΟΚΚΥΤΗ
Επειδή στα παιδιά ο κοκκύτης μπορεί να διαδράμει πολύ σοβαρά και να προκαλέσει ακόμη και το θάνατο ΜΟΝΟ ο ολοκληρωμένος εμβολιασμός προσφέρει προστασία κατά του κοκκύτη.
Παρόλον ότι ο κοκκύτης θεωρείται νόσος της παιδικής ηλικίας, τόσο οι ενήλικες όσο και οι έφηβοι μπορεί επίσης να νοσήσουν και επειδή στους ενήλικες και έφηβους τα συμπτώματα είναι συχνά ήπια, πολλά άτομα μπορεί να μην αντιληφθούν οτι πάσχουν απο κοκκύτη με αποτέλεσμα να τον μεταδώσουν σε άλλα μέλη της οικογένειας και ιδιαίτερα σε ανεμβολίαστα ή μη επαρκώς εμβολιασμένα βρέφη ή άλλα επίνοσα άτομα .Ο εμβολιασμός κατά του κοκκύτη γίνεται στον πρώτο χρόνο της ζωής του βρέφους. Η προστασία που παρέχει ο εμβολιασμός δεν είναι ισόβια και εξασθενεί μετά από 4 έως 12 χρόνια.
Οι αναμνηστικοί εμβολιασμοί για τον κοκκύτη σε εφήβους και ενήλικες είναι απαραίτητοι για την πρόληψη εμφάνισης της νόσου και της μετάδοσης σε μη εμβολιασμένα ή μερικώς εμβολιασμένα βρέφη.
- Το εμβόλιο για τον Κοκκύτη χορηγείται (DTaP σε συνδυασμό και με εμβόλια για άλλα νοσήματα ) στον 2ο -4ο -6ο μήνα ζωής , 18ο μήνα , 4 έως 6 χρονών και συνιστάται η χορήγηση αναμνηστικού εμβολίου για τον κοκκύτη (σε συνδυασμό με διφθερίτιδα και τέτανο dTpa) στην ηλικία των 11-15 ετών.
- Συνιστάται εμβολιασμός όλων των ενηλίκων που δεν έχουν υποβληθεί σε αναμνηστικό εμβολιασμό τα τελευταία
10 έτη.
Οι έφηβοι 10-18 ετών που εμβολιάστηκαν με το εμβόλιο διφθερίτιδας και τετάνου (dT) πρέπει να λαμβάνουν μια δόση του συνδυασμένου εμβολίου διφθερίτιδας, τετάνου και κοκκύτη (dTpa) σε αντικατάσταση του dT έστω και αν έχουν συμπληρώσει το αρχικό σχήμα εμβολιασμού.
PERTUSSIS
- Pertussis is also known as “whooping cough” because of the “whooping” sound that someone makes when gasping for air after a fit of coughing.
- Coughing fits due to pertussis infection can last for up to 10 weeks or more; some people know this disease as the “100 day cough.”
- Pertussis can cause serious illness in people of all ages and can even be life-threatening, especially in babies.
- Approximately half of babies less than 1 year old who get pertussis need treatment in the hospital.
- The most effective way to prevent pertussis is through vaccination with DTaP for babies and children and with Tdap for preteens, teens, and adults.
- Vaccination of pregnant women with Tdap is especially important to help protect babies.
- Vaccinated children and adults can become infected with and spread pertussis; however, disease is typically much less serious in vaccinated people.
- Clinicians generally treat pertussis with antibiotics, which are used to control symptoms and to prevent infected people from spreading the disease.
- Worldwide, there are an estimated 24.1 million cases of pertussis and about 160,700 deaths per year.
- Since the 1980s, there has been an increase in the number of reported cases of pertussis in the United States. In 2010, CDC saw an increase in reported cases among 7 through 10 year olds. Similar trends occurred in the following years; however, CDC also observed an increase in cases among teens.
ΠΗΓΕΣ :CDC, ΕΟΔΥ, ΕΠΕ, AAP, MAYO CLINIC
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου